Η επιστολή 9 Ευρωπαίων ηγετών που ζητούν την έκδοση ενός «ομολόγου corona» για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού, αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο της σημερινής Συνόδου Κορυφής.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τους ομολόγους του Ιταλίας, Ισπανίας, Γαλλίας, Πορτογαλίας, Βελγίου, Ιρλανδίας, Σλοβενίας και Λουξεμβούργου επισημαίνουν στην επιστολή προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την ανάγκη συμφωνίας «σε ένα κοινό χρεόγραφο, που θα μπορούσε να ονομαστεί Ομόλογο-Corona και το οποίο θα εκδοθεί από ένα θεσμικό όργανο της Ε.Ε. Αποστολή του θα είναι η συγκέντρωση κεφαλαίων -στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των εταίρων».
Η πρωτοβουλία της επιστολής ανήκει σε Ιταλία και Ισπανία. Είναι οι δύο χώρες που πιέζονται ιδιαίτερα καθώς, εν μέσω της τραγωδίας που ζουν και του σφραγίσματος των οικονομιών τους, πρέπει τις επόμενες ημέρες να βγουν στις αγορές. Κινδυνεύουν να δοκιμαστούν και εκεί σκληρά αν δεν υπάρξει έμπρακτη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Σύμφωνα με πληροφορίες, την τελευταία εβδομάδα υπήρξαν πολλές ζυμώσεις τόσο για το περιεχόμενο της επιστολής όσο και για το αν θα δημοσιευόταν σε μεγάλες ευρωπαϊκές εφημερίδες, πριν αποφασίσουν να απευθυνθούν θεσμικά στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
«Είμαστε στην πρώτη γραμμή, αλλά όχι επισπεύδοντες», σημειώνουν από την ελληνική κυβέρνηση. Παράλληλα τονίζουν ότι στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής, την περασμένη εβδομάδα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ζητήσει πιο τολμηρές λύσεις για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες του κορωνοϊού. Η Ελλάδα μαζί με τις άλλες οκτώ χώρες αναλαμβάνουν μια σημαντική πρωτοβουλία ώστε η Ένωση να καταλήξει σε αποφασιστικές και αποτελεσματικές λύσεις για επιπτώσεις που επιφέρει στην οικονομία η επέλαση της πανδημίας.
Τα εμπόδια για την έκδοση ευρω-ομολόγου
Είναι δεδομένο ότι το άνοιγμα της συζήτησης για την έκδοση ενός ευρώ-ομολόγου δεν είναι εύκολη υπόθεση στο εσωτερικό της Ένωσης ακόμα και υπό τις δυσμενείς συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί σε όλες τις χώρες της Γηραιάς Ηπείρου. Η ύφεση απλώνει την σκιά της πάνω από την ευρωπαϊκή οικονομία που έχει ουσιαστικά παγώσει.
Η δημοσιονομική χαλάρωση που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την περασμένη εβδομάδα είναι ένα ισχυρό εργαλείο, αλλά δεν αρκεί υπό τις παρούσες συνθήκες. «Χρειάζεται ρευστό, πολύ ρευστό, για να μην βουλιάξουν στα ελλείμματα ισχυρές χώρες της Ευρωζώνης», όπως σημειώνουν οικονομικοί αναλυτές. Δεν είναι όμως όλοι σύμφωνοι στον τρόπο διασφάλισης αυτής της ρευστότητας. Κυρίως η Γερμανία. Η ιδέα του ευρωομολόγου, δηλαδή μια αμοιβαιοποίηση του χρέους, προκαλεί αλλεργία στο Βερολίνο και άλλες χώρες του Βορρά.
Αυτός είναι ο λόγος που στην επιστολή δεν υπάρχει ευθέως αναφορά σε ευρώ-ομόλογο, ενώ μετά από προσπάθειες υπογράφουν και χώρες του Βορρά, ώστε να μην ερμηνευτεί ως «αίτημα του Νότου». Η Γερμανία και χώρες που συνήθως συντάσσονται στο πλευρό της όπως η Ολλανδία και η Αυστρία, προτάσσουν την εμπλοκή του ESM με την χορήγηση πιστοληπτικής γραμμής. Κάτι, που σε καμία περίπτωση δεν θέλουν να ακούσουν χώρες του Νότου λόγω των υποχρεώσεων και των μέτρων προσαρμογής που συνεπάγεται μια τέτοια διαδικασία. Ο φόβος «να έρθει από την πίσω πόρτα ένα μνημόνιο» δεν δίνει πολλά περιθώρια σε μια τέτοια λύση, εκτός αν η χρηματοδότηση του ESM απαλλαγεί από τις δεσμεύσεις που ισχύουν μέχρι τώρα.
Με αυτά τα δεδομένα, η σημερινή τηλεδιάσκεψη των 27, δεν αναμένεται να καταλήξει σε αποφάσεις για το θέμα. Είναι μια διαπραγμάτευση που τώρα ξεκινά, αλλά, σε αντίθεση με την συνήθη πρακτική της ΕΕ, δεν υπάρχουν περιθώρια για καθυστερήσεις καθώς ο χρόνος μετρά ήδη αντίστροφα.