Η ορατή πλευρά της κατάργησης της ψηφισμένης μείωσης του αφορολόγητου ορίου είναι η μη επιβάρυνση σχεδόν όλων των μισθωτών και συνταξιούχων. Υπάρχει, όμως, και μια αθέατη πλευρά. Αυτή της ακύρωσης ψηφισμένων μέτρων ελάφρυνσης της μεσαίας τάξης τα οποία θα “χρηματοδοτούνταν” με τα φορολογικά έσοδα από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου.
Σύμφωνα με όσα είχαν ψηφιστεί τον Μάιο του 2017 η έκπτωση φόρου για τους μισθωτούς και συνταξιούχους που οδηγεί στη μείωση του αφορολόγητου ορίου θα προκαλούσε μια ετήσια επιβάρυνση της τάξης των έως 650 ευρώ σε μισθωτούς και συνταξιούχους. Τα φορολογικά έσοδα από τη μείωση της έκπτωσης φόρου υπολογίζεται ότι θα διαμορφώνονταν πάνω από τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η μείωση του αφορολόγητου είχε χαρακτηριστεί από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ως διαρθρωτικό μέτρο το οποίο θα χρηματοδοτούσε φορολογικές παρεμβάσεις προς όφελος της ανάπτυξης και της εργασίας, δηλαδή μείωσης φορολογικών συντελεστών για τα μεσαία εισοδήματα, κοινώς της μεσαίας τάξης. Της μεσαίας τάξης για την οποία η κυβέρνηση υποστηρίζει μετά το συντριπτικό εκλογικό αποτέλεσμα ότι ενδιαφέρεται.
Σύμφωνα με όσα είχαν ψηφιστεί ως αντίμετρα για τη στήριξη των μεσαίων εισοδημάτων η μείωση του αφορολόγητου ορίου θα συνοδευόταν από την 1η Ιανουαρίου 2020 από:
-τη μείωση του πρώτου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας που επιβάλλεται σε εισοδήματα έως 20.000 ευρώ από το 22% στο 20%
-την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 30.000 ευρώ
-τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% για όσους έχουν ετήσιο λογαριασμό ΕΝΦΙΑ έως 700 ευρώ
Παράδειγμα
Ένας μισθωτός που δηλώνει ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ (τυπικό μέλος της μεσαίας τάξης) καταβάλλει σήμερα φόρο εισοδήματος και εισφορά αλληλεγγύης συνολικού ύψους 6.120 ευρώ. Από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους, παρά τη μείωση του αφορολόγητου ορίου, θα επιβαρυνόταν με φόρο εισοδήματος και εισφορά αλληλεγγύης ύψους 5.650 ευρώ. Δηλαδή θα είχε μια ελάφρυνση της τάξης των 470 ευρώ ετησίως ή 39,16 ευρώ μηνιαίως.
Στη Βουλή οι τροπολογίες
Κατατέθηκε η τροπολογία που καταργεί τη μείωση του αφορολόγητου και “ξηλώνει” τα αντίμετρα ελάφρυνσης της μεσαίας τάξης. Η τροπολογία, όπως αναμενόταν, περιλαμβάνει τη συνολική κατάργηση της παρέμβασης στη φορολογία εισοδήματος που είχε ψηφιστεί το 2017 στο πλαίσιο της δεύτερης μνημονιακής αξιολόγησης.
Ειδικότερα:
– Καταργείται η προβλεπόμενη για εφαρμογή από 1/1/2020 μείωση της έκπτωσης φόρου για μισθωτούς και συνταξιούχους η οποία οδηγεί στο αφορολόγητο όριο. Προβλεπόταν ότι η έκπτωση από 1.900 ευρώ για τους άγαμους, 1.950 ευρώ για τους έγγαμους με ένα παιδί, 2.000 ευρώ για τους έγγαμους με δυο παιδιά και 2.100 ευρώ για τους έγγαμους για τρία η περισσότερα παιδιά θα μειωνόταν σε 1.250 ευρώ, 1.300 ευρώ, 1350 ευρώ και 1.450 ευρώ αντίστοιχα.
– Καταργείται η μείωση του πρώτου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας που εφαρμόζεται για εισόδημα έως 20.000 από το 22% στο 20%
– Καταργείται ο μηδενισμός της εισφοράς αλληλεγγύης για ετήσιο εισόδημα έως 30.000 ευρώ και οι μειώσεις των υψηλότερων συντελεστών της κλίμακας εισφοράς αλληλεγγύης.
– Καταργείται η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% για όσους έχουν ετήσιο λογαριασμό ΕΝΦΙΑ έως 700 ευρώ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 7ης Ιουλίου βαδίζει χωρίς όπλα και αφήγημα.