29 Μαΐου 1453: Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης είναι πλέον γεγονός μετά από σχεδόν 50 μέρες πολιορκίας. Η χιλιόχρονη αυτοκρατορία των Ρωμαίων, που όμως, μιλούσαν ελληνικά είχε φτάσει στο τέλος της για να δώσει την θέση της στην Ιστορία στο γένος των υπόδουλων Ελλήνων που θα περίμεναν 400 χρόνια μέχρι κερδίσουν με αίμα την ελευθερία τους.
Ο αγώνας ήταν άνισος. Άλλωστε, η Κωνσταντινούπολη δεν ήταν η πρωτεύουσα μίας αυτοκρατορίας εκείνη την περίοδο, αλλά μία πόλη-κράτος με ορισμένα εδάφη στην Πελοπόννησο. Η κατ’ όνομα αυτοκρατορία είχε εκπέσει.
Παρηκμασμένη δημογραφικά δεν μπορούσε να στελεχώσει ούτε γηγενή στρατό για να υπερασπιστεί τα τείχη της. Παρηκμασμένη οικονομικά, αδυνατούσε και να πληρώσει ακόμα και τους μισθοφόρους που μάχονταν γι αυτήν. Παρηκμασμένη ηθικά αφού ο λαός, ο κλήρος και οι ευγενείς είχαν αποδεχθεί την μοίρα τους και διχάζονταν μόνο για το εάν η σκλαβιά θα έρθει από τους δυτικούς χριστιανούς ή από τους Οθωμανούς. Ο αγώνας ήταν άνισος εν τω συνόλω. Άλλωστε πώς θα μπορούσαν οι 7.000 μαχητές πίσω από τα τείχη να αποκρούσει τους περισσότερους από 250.000 στρατιώτες που παρέταξε μπροστά από τα τείχη της Βασιλεύουσας ο Μωάμεθ; Παρά τις απώλειες που είχαν προκαλέσει , πάνω από 40.000 νεκρούς, στο στρατό του Μωάμεθ, το τέλος ήταν κοντά.
Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να περάσουν μέσα στην Πόλη σκάβοντας γαλαρίες, που όμως οι Βυζαντινοί κατέστρεφαν, προσπάθησαν να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος επτά πλοίων με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό 470 σκαφών (!) μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.
Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με την τεράστια ελέπολη, το πυροβόλο του ούγγρου Ουρβανού, σφυροκοπούσε την πύλη του Αγίου Ρωμανού. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, περίπου 70 πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου τα τείχη ήταν ασθενέστερα.
Στο μεταξύ στη βυζαντινή πρωτεύουσα είχε γίνει ιδιαίτερα αισθητή η έλλειψη τροφίμων. Οι πολεμιστές είχαν αρχίζει να κουράζονται με τις αλλεπάλληλες εχθρικές επιθέσεις. Επίσης Βενετοί και Γενουάτες διαπληκτίζονταν κατηγορώντας οι πρώτοι τους δεύτερους για συνεργασία με τον εχθρό. Υπήρχαν φήμες ότι οι Γενουάτες του Γαλατά, ο οποίος έμεινε ανέγγιχτος από τους Τούρκους σε όλο το διάστημα της πολιορκίας, βοηθούσαν τον σουλτάνο. Επίσης πολλοί Βυζαντινοί αλλά και ξένοι συμβούλευαν τον Αυτοκράτορα να διαφύγει, όμως ο Κωνσταντίνος με θάρρος και αξιοπρέπεια απέρριπτε την ταπεινωτική αυτή λύση.
Ο συνεχής βομβαρδισμός της πόλης, που δεν διακόπηκε για αρκετές βδομάδες καθόλου, εξάντλησε εντελώς τον πληθυσμό, άντρες, γυναίκες παιδιά, ιερείς, μοναχοί προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν τις πολυάριθμες ρωγμές του τείχους. Η πολιορκία είχε ήδη διαρκέσει πενήντα μέρες. Ταυτόχρονα στο οθωμανικό στρατόπεδο επικρατούσαν φήμες, πιθανόν ψεύτικες, για την πιθανή άφιξη πολυάριθμου χριστιανικού στόλου από τη Δύση, κάτι που ανάγκασε τον Μωάμεθ να εντείνει την προσπάθεια για κατάληψη της πόλης.
Στις 21 Μαΐου, ο σουλτάνος έστειλε πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη. Ζητούσε την παράδοση της πόλης με την υπόσχεση να επιτρέψει στον Αυτοκράτορα και σε όσους το επιθυμούσαν να φύγουν με τα υπάρχοντά τους. Επίσης, θα αναγνώριζε τον Κωνσταντίνο ως ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Τέλος, εγγυόταν για την ασφάλεια και την περιουσία του πληθυσμού που θα παρέμενε στην πόλη.
Οι αντιπροτάσεις του Κωνσταντίνου διαπνέονταν από πνεύμα αξιοπρέπειας και αποφασιστικότητας. Δέχονταν να πληρώσει ακόμα υψηλότερους φόρους υποτέλειας και να παραμείνουν στα χέρια των Τούρκων όλα τα κάστρα και τα εδάφη που είχαν στο μεταξύ κατακτήσει.
Για την Κωνσταντινούπολη όμως δήλωσε:
Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ’ ἐμὸν ἐστίν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ, κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Δηλαδή, σε σύγχρονη απόδοση:
Το να σου (παρα)δώσω όμως την πόλη ούτε σε εμένα επαφίεται ούτε σε άλλον από τους κατοίκους της, διότι με κοινή απόφαση οι πάντες θα αποθάνουμε αυτοπροαίρετα και δεν θα υπολογίσουμε τη ζωή μας.
Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Οι δύο πρώτες επιθέσεις αποκρούστηκαν, στο τρίτο κύμα επίθεσης αν και αρχικά είχε αναχαιτιστεί, ένα θραύσα πυροβόλου, έριξε την κόκκινη πολεμική σημαία του Βυζαντίου (αυτή ακριβώς που χρησιμοποιεί η Αλβανία) και προκλήθηκε σύγχυση. Η κραυγή “η Πόλις Εάλω” σε συνδυασμό με τον τραυματισμό του Ιουστινιάνι έκανε την άμυνα να ασθενήσει. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεσε ηρωικά μαχόμενος πάνω στα τείχη. Το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ.
Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης μπορεί να σηματοδότησε την έναρξη της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα συνέβαλε στην γέννηση της Ευρώπης και των αξιών της όπως τις ξέρουμε σήμερα. Βενετία, Φλωρεντία, Ρώμη και άλλες πόλεις της Δύσης, άνοιξαν την αγκαλιά τους στους Βυζαντινούς που διέφυγαν ήρθαν σε επαφή με την παράδοση χιλιετηρίδων από την αρχαία Ελλάδα μέχρι την μεσαιωνική ελληνόφωνη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διαμορφώνοντας έτσι τις βάσεις για την Αναγέννηση και την εμπέδωση της κοινής ευρωπαϊκής πολιτισμικής καταγωγής από τους Έλληνες και τους Ρωμαίους.
Και να θυμόμαστε πάντα οι Τούρκοι ήταν και είναι πάντοτε εχθροί μας…από το 1071…
Ευάγγελος Αποστολίδης
Θεολόγος Οικονομολόγος
Καθηγητής Μ.Ε.