Όσο και αν προσπαθούν από το κυβερνών κόμμα να πείσουν ότι παρά τη μεγάλη πτώση στη Βόρειο Ελλάδα, εξαιτίας της Συμφωνίας των Πρεσπών, ο ΣΥΡΙΖΑ «κρατά» στην υπόλοιπη χώρα, μια λεπτομερή ματιά στον εκλογικό χάρτη με βάση τα στοιχεία των τελευταίων δημοσκοπήσεων, και με γνώμονα τις λεπτομέρειες και τα παράδοξα του ισχύοντος εκλογικού νόμου, δείχνουν μία εντελώς άλλη εικόνα.
Σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις κοινής γνώμης, ακόμη κι εκείνες που δίνουν μια πιο ευνοϊκή αποτύπωση της πολιτικής στιγμής για τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα θα είναι δεύτερο. Κάτι τέτοιο αυτόματα σημαίνει ότι χάνει το μπόνους των πενήντα εδρών.
Οι περισσότεροι από εκείνους που βρέθηκαν στα κοινοβουλευτικά έδρανα χάρη στο μπόνους είχαν κατέβει υποψήφιοι σε τετραεδρικές περιφέρειες. Γιατί σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο από αυτούς τους νομούς, που είναι δέκα τον αριθμό, προέρχεται η πλειονότητα των πενήντα εδρών που κερδίζει ο εκάστοτε νικητής της κάλπης.
Σε πέντε, λένε οι πολιτικοί αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ, και συγκεκριμένα στους Νομούς Εβρου, Καβάλας, Πέλλας, Ημαθίας και Πιερίας «αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πιάσει το 25% του εκλογικού μέτρου από την πρώτη κατανομή θα μείνει χωρίς βουλευτή». Και όπως τονίζουν «βάσει των δημοσκοπήσεων είναι σε όλες στο όριο».
Να σημειωθεί ότι στις προηγούμενες εκλογές σε όλες τις τετραεδρικές – πλην της Πέλλας – οι τρεις από τους τέσσερις βουλευτές που είχαν εκλεγεί ήταν συριζαίοι.
Στην Πέλλα το κυβερνών κόμμα είχε εκλέξει δύο, η ΝΔ έναν και η ΧΑ έναν. Στα δε Χανιά ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κατορθώσει να καταλάβει και τις τέσσερις έδρες. Ειρήσθω εν παρόδω, στην πατρογονική γη του Κυριάκου Μητσοτάκη οι δεξιοί συγκλίνουν στην εκτίμηση πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα κατορθώσει να εκλέξει έναν βουλευτή επειδή στην Κρήτη περνά το εκλογικό μέτρο του 25%.
Κάτι ανάλογο με τις τετραεδρικές αναμένεται να συμβεί και στις πενταεδρικές. Στη Φθιώτιδα, π.χ., ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τους τέσσερις από τους πέντε εκπροσώπους του νομού στην Ολομέλεια. Οι της αντιπολίτευσης προβλέπουν πως θα μείνει με έναν. Οπως και στις πενταεδρικές της Κοζάνης και των Ιωαννίνων, που έχει εκλέξει τέσσερις βουλευτές και οι αντιπολιτευόμενοι εκλογολόγοι υποστηρίζουν ότι θα μείνει επίσης με έναν.
Στις επίφοβες για μεγάλες συριζαϊκές απώλειες περιφέρειες εντάσσουν και την εξαεδρική της Εύβοιας, στην οποία η Κουμουνδούρου έχει τέσσερις βουλευτές και όλα δείχνουν πως θα μείνει με έναν. Αλλά κι εκείνη της Α’ Πειραιώς, που κάποιοι ποντάρουν σε εσωκομματική «σφαγή» για τη μια μόλις έδρα που θα κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ζήτημα φαίνεται να υπάρχει και στις μονοεδρικές. Οπως λέει άνθρωπος που έχει περάσει αρκετό χρόνο σε κομματική κουζίνα «εκεί παίζει μεγάλο ρόλο η σύνθεση του ψηφοδελτίου.
Οι τοπικοί εσωκομματικοί ανταγωνισμοί είθισται να είναι σκληρότεροι απ’ ό,τι σε άλλες περιφέρειες.
Οπότε το κάθε κόμμα – ιδανικά πάντα – θέλει από τους τρεις υποψηφίους που κατεβάζει ο “δεύτερος” και ο “τρίτος” να λειτουργούν συμπληρωματικά σε όποιον έχει αποφασίσει πως επιθυμεί να εκλέξει, στο φαβορί».
Ο άγραφος αυτός κανόνας είναι μάλλον δύσκολο να τηρηθεί όταν διαφαίνεται η απώλεια της εξουσίας. Η εκλογική επιβίωση του ενός είναι ο εκλογικός θάνατος του άλλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πάρει στις εκλογές του 2015 τις μονοεδρικές Κεφαλονιάς, Ζακύνθου, Σάμου, Φωκίδας και Γρεβενών – τις πέντε, επομένως, από τις επτά της επικράτειας.
Σε κάποιες, βέβαια, είχε επικρατήσει οριακά της ΝΔ, όπως φέρ’ ειπείν στη Φωκίδα που η διαφορά τους ήταν λιγότερο από μια μονάδα. Ή στα Γρεβενά που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πιάσει 34,51% κι η ΝΔ 32,15%.
Το 2019 η αξιωματική αντιπολίτευση φιλοδοξεί να βαφτούν κι οι πέντε προαναφερθείσες μονοεδρικές γαλάζιες – κι εμφανίζεται σίγουρη για τις τέσσερις εξ αυτών.
Στις κατ’ ιδίαν τους κουβέντες οι νεοδημοκράτες μοιάζουν να έχουν αμφιβολίες για τη Σάμο,που χαρακτηρίζεται ως «παραδοσιακά αριστερό νησί» και τη Ζάκυνθο γιατί η διαφορά του πρώτου ΣΥΡΙΖΑ από τη δεύτερη ΝΔ ήταν 8,6 μονάδες.
Ο φόβος της μη επανεκλογής, πάντως, είναι σαν την τίγρη του αντεναουερικής συμβουλής, ένας σίγουρος τρόπος να την κατευνάσεις είναι να την αφήσεις να σε καταβροχθίσει.
Και κρίνοντας από τις δημόσιες και μη παρεμβάσεις τους οι συριζαίοι φαίνεται να ακολουθούν την προτροπή του Γερμανού.