Σε πλήρη εξέλιξη εξακολουθεί να βρίσκεται ο εσωκομματικός πόλεμος στο ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ των «προεδρικών» και των «53+», αλλά και των άλλων τάσεων που διαμορφώνονται στο εσωτερικό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η κομματική εξουσία και το όνειρο μιας διεύρυνσης που θα γεμίσει και πάλι τις κομματικές δεξαμενές του κόμματος ή η επιστροφή στις αριστερές καταβολές του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ουσία και η αιτία του πολέμου, ωστόσο, μέχρι στιγμής το μείζον που – δημόσια τουλάχιστον – διακυβεύεται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ είναι το ερώτημα του δημοψηφίσματος που έχει ανακοινωθεί για τις 5 Απριλίου για την αλλαγή ή όχι ή απλά την προσθήκη στην ονομασία του κόμματος.
Μπορεί τις τελευταίες ώρες να έγινε προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι με την συνάντηση Τσίπρα – Σκουρλέτη που αποκάλυψε ο Βηματοδότης, προκειμένου να θαφτεί το τσεκούρι του πολέμου, όμως, στον ΣΥΡΙΖΑ ο εμφύλιος είναι προ των θυρών.
Ενδεικτικό της έντασης που επικρατεί στο εσωτερικό του κόμματος ήταν και η απόφαση για αναβολή της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής που είχε οριστεί για το Σαββατοκύριακο με το καυτό θέμα, την απόφαση για το περιεχόμενο του άτυπου δημοψηφίσματος.
Όσο, μέρα με τη μέρα, στο ΣΥΡΙΖΑ συνειδητοποιούν το μέγεθος της ήττας τους, τόσο περισσότερο καταγράφονται αποκλίνουσες τοποθετήσεις, όχι μόνο για τις αιτίες που οδήγησαν σ’ αυτήν, αλλά και για την προοπτική του κόμματος, στην ούτως ή άλλως δύσκολη διαδικασία προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται.
Η ανταλλαγή πυρών και τα χτυπήματα κάτω από την μέση μεταξύ των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνουν χαρακτηριστικά γενικευμένης σύγκρουσης αποδυναμώνοντας το όραμα του Αλέξη Τσίπρα να προχωρήσει ο μετασχηματισμός και η διεύρυνση του κόμματος.
Οι διαφορές μεταξύ των τάσεων αποτυπώνονται πλήρως τόσο στο δημόσιο διάλογο, όσο και στις κομματικές συνεδριάσεις του κόμματος της αντιπολίτευσης, με το κλίμα να βαραίνει έτη περαιτέρω όσο πλησιάζει το συνέδριο.
Αποδυναμωμένος ως ηγέτης ο Τσίπρας
Ο Αλέξης Τσίπρας που δεν ξεφεύγει των πυρών που ανταλλάσσονται, φέρει μερίδιο της ευθύνης για την κατάσταση. Μετά την ηχηρή ήττα του κόμματός του, προτίμησε όχι μόνο να παραμείνει στην ηγεσία του κόμματος ως αρχηγός πια αντιπολίτευσης κουβαλώντας στην Κουμουνδούρου και όλη την πολιτική του φθορά ως πρωθυπουργός, κάτι που για πολλούς δεν επιδεικνύει πολιτική ωριμότητα όπως θα έπρεπε να αναγνωρίζουν σε έναν πρώην πρωθυπουργό τα στελέχη του κόμματός του, αλλά απέφυγε ακόμη και τον όποιο διάλογο για την κυβερνητική του θητεία και την απόδοση ευθυνών.
Στον αμιγώς προσωποκεντρικό ΣΥΡΙΖΑ που άλλοτε δέσποζε, όπως διατείνονταν τα στελέχη του κόμματος, ο πλουραλισμός των απόψεων επικρατεί πια μια τάση… άγνωστη για τα ήθη της αριστεράς. Την τακτική αυτή εγκαινίασε ευκαιριακά ο Τσίπρας, είτε από άγνοια, είτε από ανασφάλεια είτε από την ανάγκη να «βρεθούν» υπονομευτές, δελφίνοι ή εσωκομματική εχθροί και διαλυτικά στοιχεία, προκειμένου να ισχυροποιήσει την αποδυναμωμένη εικόνα του ως ηγέτης. Όποιος λοιπόν κάνει κριτική ή διαφοροποιείται από τις γραμμές του Τσίπρα, δεν εκλαμβάνεται ως μια διαδικασία στα πλαίσια της πολυφωνίας αλλά ως μια προσπάθεια υπονόμευσης της ηγεσίας.
Η υπόθεση Σκουρλέτη
Ωστόσο, λίγα 24ωρα μετά την έντονη διαμαρτυρία του Πάνου Σκουρλέτη στη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας περί επιθέσεων που δέχεται ο ίδιος και άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ από φιλικά προς τον ΣΥΡΙΖΑ sites ή…αχαρτογράφητα όπως τα χαρακτήρισε ο ίδιος, οι επιθέσεις αυτές συνεχίστηκαν.
Μερίδα του ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να του καταλογίζει ότι ως υπουργός απέτυχε και στις τέσσερις υπουργικές θέσεις που ανέλαβε, αλλά κυρίως του χρεώνουν την αποτυχία του ως γραμματέας φέρνοντας ως παράδειγμα τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του 2019. Το γεγονός επίσης ότι δεν έχει δώσει ποτέ τη μάχη του σταυρού είναι σίγουρα ένας λόγος από μόνος του για να τεθεί στο στόχαστρο.
Από το περιβάλλον του Σκουρλέτη υπάρχουν πολλοί που επιμένουν ότι τέτοιες συντονισμένες επιθέσεις δεν είναι τυχαίες, ούτε αποτελούν μεμονωμένες πρωτοβουλίες.
Η επιστολή 21 βουλευτών
Από τις κινήσεις που μαρτυρούν το πολεμικό πια κλίμα στο ΣΥΡΙΖΑ είναι και η επιστολή των 21 βουλευτών της ΚΟ του κόμματος προς την Κουμουνδούρου με την οποία ζητούν να τους κοινοποιηθεί η καταγραφή όλων των κομματικών εκδηλώσεων που έχουν γίνει από τις εκλογές ως σήμερα ή έχουν προγραμματιστεί να γίνουν το επόμενο διάστημα.
Με την επιστολή τους οι 21 βουλευτές «μαρτυρούν» τον αποκλεισμό τους από την Κουμουνδούρου καθώς ζητούν να ενημερωθούν για δράσεις, υπονοώντας πως σκοπίμως δεν ενημερώνονται από το κόμμα. Και ότι στο πλαίσιο του κανόνα να μιλά στις κομματικές εκδηλώσεις ένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ και ένα στέλεχος της «Προοδευτικής Συμμαχίας», δηλαδή των «πασοκογενών» και όσων εντάχθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ ή χώρους όμορους του ΠΑΣΟΚ, εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ μιλούν στελέχη από την Πρωτοβουλία 53+ ή φίλα προσκείμενοι σε αυτήν και όχι «προεδρικοί» ή μέλη των άλλων, μικρότερων τάσεων που πρόσκεινται στον πρόεδρο.
Στη δίνη της εσωστρέφειας
Την ίδια ώρα αντί να καταλαγιάζουν τα πράγματα όπως υπολόγιζε ο Αλέξης Τσίπρας, οι τάσεις στον ΣΥΡΙΖΑ αυξάνονται.
Πέρα από τους «53+» και την υποομάδα που εμφανίζεται με τον ονομασία «Δίκτυο» και αποτελείται από… πρώην προεδρικούς, και οι πασοκογενείς χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Όσοι ήταν στον ΣΥΡΙΖΑ από το 2015, αλλά και όσοι εντάχθηκαν μετά την ήττα του κόμματος στις εκλογές όπως Ραγκούσης, Τζουμάκας, Βάρτζελη στο πλαίσιο της διεύρυνσης. Τελευταίως μάλιστα εμφανίστηκε μια νέα… υποομάδα μέσα στους 53+.
Οι βασικές τάσεις
Από τη μία οι προεδρικοί που επιζητούν άμεση εφαρμογή των κινήσεων που ήδη έχει προαναγγείλει ο κ. Τσίπρας για τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα αρχηγικό, προσωποπαγές κόμμα εξουσίας και από την άλλη τα στελέχη της εσωκομματικής αντιπολίτευσης που ζητούν ανοιχτό εσωκομματικό διάλογο και συλλογικές αποφάσεις.
Οι δύο βασικές τάσεις που συγκρούονται, είναι οι «προεδρικοί», οι κατεξοχήν οπαδοί της ανάγκης να διευρυνθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και να αλλάξει ριζικά οργανωτική φυσιογνωμία, και οι οπαδοί της «αριστερής στροφής», όπως οι «53+».
Η πρώτη είναι αυτή που εκτιμά ότι είναι απαραίτητες οι «δανικές» ψήφοι που δεν ανήκαν στην παράδοση της ριζοσπαστικής αριστεράς αλλά προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ.
Η δεύτερη σχολή σκέψης επιμένει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να μαζικοποιηθεί ξανά αλλά ως κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς, χωρίς πολιτικές και κυρίως ιδεολογικές εκπτώσεις. Να αποκτήσει την ανταγωνιστική προς τα παραδοσιακά κόμματα φυσιογνωμία.
Ο αντίλογος σε όσους πιστεύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κάνει τώρα το μεγάλο άνοιγμα, είναι ότι το κόμμα κατάφερε να φτάσει στην εξουσία όχι επειδή διευρύνθηκε, αλλά επειδή ήταν ένα ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα.