Τα εμβόλια κατά της φυματίωσης (BCG) και της ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας (MMR), «έχουν βρεθεί σε επιδημιολογικές μελέτες», όπως εξήγησε ο Σωτήρης Τσιόδρας, «ότι σαν να λειτουργούν προστατευτικά» – Σε εξέλιξη οι σχετικές έρευνες
Δύο ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια, που γίνονται κατά την παιδική ηλικία, ενδεχομένως να παρέχουν κάποιας μορφής προστασία έναντι του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2, που προκαλεί τη νόσο COVID-19.
Στο θέμα αναφέρθηκε κατά τη χθεσινή ενημέρωση ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό, καθηγητής Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ, κ. Σωτήρης Τσιόδρας.
Όπως χαρακτηριστικά είπε, γίνεται «μεγάλη η προσπάθεια για να μην ακυρώνει η παρουσία της επιδημίας την πορεία άλλων εμβολίων που είναι σημαντικά και σώζουν ζωές σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα σε χώρες υποανάπτυκτες, σε χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου».
Η σημασία του εμβολιασμού
Ο κ. Τσιόδρας με τη φράση αυτή εμμέσως αναφέρθηκε στο κάλεσμα που έχει απευθύνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), για την πιστή τήρηση των εθνικών προγραμμάτων ανοσοποίησης τους πληθυσμού προς αποφυγή εμφάνισης νοσημάτων που μπορούν να προληφθούν με εμβόλιο (vaccine preventable diseases, VPDs), όπως η ιλαρά.
Μάλιστα, ο ΠΟΥ έχει εκδώσει και σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες για την ανοσοποίηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 σύμφωνα με τις οποίες «η ανοσοποίηση (μαζικός εμβολιασμός) αποτελεί υπηρεσία υγείας που πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για την πρόληψη μολυσματικών νοσημάτων και θα πρέπει να πραγματοποιείται απρόσκοπτα κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19».
Αλλά ο ίδιος ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό, στις 30 Μαρτίου 2020, εν μέσω καραντίνας, είχε υπενθυμίσει ότι «η διακοπή του εμβολιασμού μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση επινόσων ατόμων». Και είχε συστήσει τον έγκαιρο εμβολιασμό των παιδιών έως δύο ετών, ιδιαίτερα σε ότι αφορά στα εμβόλια πρώτης προτεραιότητας με προτίμηση στη χορήγηση πολυδυνάμων εμβολίων.
Δύο παλιά εμβόλια κατά του κορωνοϊού
Δύο τέτοια απαραίτητα εμβόλια για τα παιδιά είναι αυτά κατά της φυματίωσης (BCG) και της ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας (MMR). Όπως εξήγησε χθες ο κ. Τσιόδρας, τα δύο συγκεκριμένα εμβόλια «έχουν βρεθεί σε επιδημιολογικές μελέτες -το τονίζω είναι επιδημιολογικές μελέτες- ότι σαν να λειτουργούν προστατευτικά. Δηλαδή, χώρες που έχουν πολύ υψηλά ποσοστά κάλυψης με τον εμβολιασμό για το BCG ή την ιλαρά, το MMR, φαίνεται ότι έχουν λιγότερους καταγεγραμμένους θανάτους» από κορωνοϊό.
Και πρόσθεσε ότι υπάρχουν τουλάχιστον 15 με 20 διαφορετικοί λόγοι που μπορεί να συμβαίνει αυτό, τονίζοντας ότι «δεν είναι απαραίτητο κάτι που βλέπουμε στην επιδημιολογία να έχει και βιολογική συσχέτιση».
Το εμβόλιο κατά της φυματίωσης
Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται ότι το BCG, το εμβόλιο κατά της φυματίωσης, ενεργοποιεί κάποιους μηχανισμούς εσωτερικής ανοσίας πολύ σημαντικούς και έχει βρεθεί σε παλαιότερες μελέτες ότι η χρήση του προστατεύει από τους αναπνευστικούς ιούς τα μικρά παιδιά γενικότερα.
Το εμβόλιο BCG (Bacillus Calmette-Guérin) αναπτύχθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα και με αποτελεσματικότητα από 50% έως και 86% προστατεύει ενήλικες και παιδιά από το μυκοβακτήριο της φυματίωσης.
Ήδη, ερευνητές στην Αυστραλία και την Ολλανδία σχεδιάζουν κλινικές μελέτες για να διαπιστώσουν αν μπορεί να προστατεύσει τον άνθρωπο και από τον SARS-CoV-2. Το σκεπτικό των επιστημόνων είναι ότι το εμβόλιο BCG προκαλεί διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος, ενώ συνδυαστικά με φάρμακα δοκιμάζεται ως θεραπεία του καρκίνου της ουροδόχου κύστης και του μελανώματος, καθώς μπορεί να ωθήσει τα ανοσοκύτταρα να επιτεθούν στους καρκινικούς όγκους. Αλλά, όπως προαναφέρθηκε, κάνει καλό και στην ανοσία των πνευμόνων αφού τα εμβολιασμένα παιδιά προσβάλλονται λιγότερο συχνά από αναπνευστικές λοιμώξεις.
Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν οι επιστήμονες σε Ευρώπη και Αυστραλία ετοιμάζονται να χορηγήσουν το BCG σε άτομα που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο νόσησης, δηλαδή επαγγελματίες υγείας, στο πλαίσιο τυχαιοποιημένων κλινικών μελετών. Αυτές οι μελέτες φάσης ΙΙΙ θα αποφανθούν αν οι εμβολιασμένοι με το BCG έχουν λιγότερο συχνά ή λιγότερο σοβαρή λοίμωξη COVID-19. Αν το εμβόλιο αποδειχθεί αποτελεσματικό τότε η επιστημονική κοινότητα θα πρέπει να αποσαφηνίσει ποιο από τα πολλά στελέχη του εμβολίου παρέχει την καλύτερη προστασία.
Το εμβόλιο MMR
Παράλληλα, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ στη Βρετανία υποστηρίζουν ότι το τριδύναμο εμβόλιο κατά της ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας, MMR, μπορεί να βοηθήσει το ανοσοποιητικό σύστημα να αντιμετωπίσει τον SARS-CoV-2.
Το MMR χορηγείται στα παιδιά από βρεφική ηλικία και πολλοί επιστήμονες πιστεύουν ότι επειδή τα παιδιά νοσούν σπανιότερα και ηπιότερα από τη νόσο COVID-19 αυτό μπορεί να οφείλεται στο εμβόλιο.
Αναλύσεις της δομής των βασικών πρωτεϊνών της ιλαράς, της ερυθράς και της παρωτίτιδας έχουν αποκαλύψει ότι έχουν μια αναπάντεχη ομοιότητας με συγκεκριμένες πρωτεΐνες του SARS-CoV-2. Συγκεκριμένα, η πρωτεΐνη S (ακίδα) του νέου κορωνοϊού είναι κατά 20% συγκρίσιμη με την «πρωτεΐνη σύντηξης» της ιλαράς. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτό αρκεί για να προκληθεί μια διασταυρούμενη ανοσο-απόκριση.
Θα χρειαστεί λοιπόν να γίνουν λεπτομερείς κλινικές μελέτες σε μεγάλα πληθυσμιακά δείγματα για να καθοριστεί αν το ιστορικό εμβολιασμού έναντι της φυματίωσης και των ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας ή άλλων ασθενειών μπορεί να μειώσει την σοβαρότητα της λοίμωξης COVID-19.