Προσπέρασε καθαρά ο Κασσελάκης τον Ανδρουλάκη, διαρροές του ΠΑΣΟΚ και προς τον Λοβέρδο – Αυξημένη εμπιστοσύνη των πολιτών στο πρόσωπο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και σταθερή πρωτοκαθεδρία της Ν.Δ. στον χώρο του Κέντρου
Σύμφωνα με τα ευρήματα μεγάλης δημοσκόπησης που διενήργησε για λογαριασμό του «ΘΕΜΑτος» η εταιρεία Marc, η βασική μεταβολή που παρατηρείται στο πολιτικό σκηνικό, όπως αυτό διαρθρώνεται σχεδόν δυόμισι μήνες πριν από τις ευρωεκλογές, είναι η κάμψη της εκλογικής απήχησης του ΠΑΣΟΚ, το οποίο στην πρόθεση ψήφου απώλεσε σχεδόν τρεις εκατοστιαίες μονάδες, με αποτέλεσμα να τον προσπεράσει ο ΣΥΡΙΖΑ που με βραχεία κεφαλή επανακτά τη δεύτερη θέση στην κατάταξη των κομμάτων.
Ζημιές για Ανδρουλάκη, κέρδη για Βελόπουλο
Οι παλινωδίες της Χαριλάου Τρικούπη σε όλα τα μεγάλα ζητήματα που κυριάρχησαν στην επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα, με αποκορύφωμα τα μπρος πίσω στον νόμο για τα μη κρατικά ΑΕΙ, φαίνεται να κοστίζουν πολύ περισσότερο στο ηγετικό status του Νίκου Ανδρουλάκη, ο οποίος βλέπει τη δημοτικότητά του, αλλά και την εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του να υποχωρούν σε αξιοσημείωτο βαθμό. Μία ακόμη ένδειξη της αρνητικής συναστρίας στην οποία έχει βρεθεί η Χαριλάου Τρικούπη είναι και οι απαντήσεις που δίνουν οι πολίτες όταν ερωτώνται ποιο κόμμα θεωρούν ότι ασκεί την πιο ουσιαστική αντιπολίτευση. Το ποσοστό που συγκεντρώνει το ΠΑΣΟΚ υποχώρησε στο 11,7% από 15,7%, που ήταν τον περασμένο Ιανουάριο, ενώ την ίδια ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβασε την επίδοσή του από το 9% στο 12,6%.
Στον αντίποδα, κέρδη αποκομίζουν η Ελληνική Λύση και ο αρχηγός της Κυριάκος Βελόπουλος, που επωφελούνται από τη δυσαρέσκεια για την καθιέρωση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, η οποία προκλήθηκε στα παραδοσιακά συντηρητικά στρώματα της κοινωνίας όχι μόνο της Δεξιάς, αλλά ως έναν βαθμό και του Κέντρου.
Αναλυτικότερα, στην πρόθεση ψήφου χωρίς αναγωγές η Ν.Δ. συγκεντρώνει 29,6%, ποσοστό που είναι μόλις κατά 0,1% μικρότερο από εκείνο που είχε καταγράψει στην αμέσως προηγούμενη έρευνα της Marc τον περασμένο Ιανουάριο. Με 11% ο ΣΥΡΙΖΑ πλασάρεται δεύτερος, καθώς μετά την επικράτηση του Στέφανου Κασσελάκη στο πρόσφατο κομματικό συνέδριο η Κουμουνδούρου αυξάνει την απήχησή της κατά 0,9%, προσπερνώντας το ΠΑΣΟΚ, που από το 13,4% του Ιανουαρίου βρίσκεται πλέον στο 10,3%.
Στην τέταρτη θέση παραμένει το ΚΚΕ με 7,7% (+0,2%), που προηγείται οριακά της Ελληνικής Λύσης που συγκεντρώνει 7,5% (+1,9%). Ακολουθούν με μικρές αυξομειώσεις των επιδόσεών τους, που όμως κυμαίνονται κάτω από το πλαφόν του 3% που εξασφαλίζει εισιτήριο για την Ευρωβουλή, τρία από τα κόμματα της τρέχουσας κοινοβουλευτικής σύνθεσης: η Πλεύση Ελευθερίας (2,5%), η Νίκη (2,3%) και οι Σπαρτιάτες (2,1%).
Στο ίδιο φάσμα κινούνται η Νέα Αριστερά (2,1%), το ΜέΡΑ 25 (2%), αλλά και το νεοσύστατο κόμμα Δημοκράτες του Ανδρέα Λοβέρδου, που κάνει δημοσκοπική πρεμιέρα καταγράφοντας ένα σχετικά ελπιδοφόρο ποσοστό της τάξης του 1,7%, με προέλευση κυρίως από το ΠΑΣΟΚ και δευτερευόντως από τη Ν.Δ.
Ανοιχτό παιχνίδι με τους αναποφάσιστους
Αν και μειωμένο σε σχέση με τον Ιανουάριο, το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι δεν έχουν αποφασίσει την επιλογή που θα κάνουν στην κάλπη ανέρχεται στο διόλου ευκαταφρόνητο 13,5%, το οποίο διεκδικείται από όλους τους σχηματισμούς και η τελική κατανομή του μπορεί να ανατρέψει τη σειρά των κομμάτων. Με εξαίρεση την πρώτη θέση όπου είναι αναμφισβήτητη η κατάληψή της από τη Ν.Δ., η οποία στην εκτίμηση ψήφου της Marc υπολογίζεται, με αναγωγή των αναποφάσιστων, ότι φτάνει στο 35%, όλες οι άλλες θέσεις έχουν περισσότερους από έναν διεκδικητές.
Τα ευρήματα της μέτρησης προοιωνίζονται σκληρό ανταγωνισμό για τη δεύτερη και τρίτη θέση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, όπως και για την τέταρτη και πέμπτη θέση ανάμεσα στο ΚΚΕ και την Ελληνική Λύση, ενώ ανοιχτός φαίνεται να είναι ο αριθμός των κομμάτων που θα υπερβεί το κατώφλι του 3%, κοντά στο οποίο παρατηρείται… συνωστισμός, που εκτιμάται ότι μπορεί να γίνει ακόμη μεγαλύτερος όταν ξεκαθαριστεί πόσοι από τους σχηματισμούς της κατακερματισμένης Ακρας Δεξιάς θα πάρουν θέση στην αφετηρία της κάλπης.
Το παιχνίδι των ευρωεκλογών, άλλωστε, μοιάζει να είναι ανοιχτό και εξαιτίας του γεγονότος ότι όλα τα κόμματα και, κυρίως, τα τρία μεγαλύτερα αντιμετωπίζουν ζητήματα χαμηλής συσπείρωσης. Υψηλότερα όλων είναι η Ν.Δ., η οποία, πάντως, συγκρατεί μόνο το 68,4% όσων την ψήφισαν στις περασμένες βουλευτικές εκλογές, καθώς παρουσιάζει απώλειες κυρίως προς τη λεγόμενη αδιευκρίνιστη ψήφο (αναποφάσιστοι κ.λπ.). Χαμηλότερα είναι το ΠΑΣΟΚ με συσπείρωση της τάξης 63,9%, καθώς και ο ΣΥΡΙΖΑ που είναι μεν στο 52,6%, αλλά το συγκεκριμένο ποσοστό είναι ένα από τα πιο ψηλά που καταλαμβάνει μετά την εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη και τη διάσπαση με τη δημιουργία της Νέας Αριστεράς.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα της έρευνας για τη σημασία των ευρωεκλογών, καθώς από τη μία η πλειοψηφία θεωρεί σημαντικές τις ευρωεκλογές, ενώ από την άλλη μόλις το 1/3 των ερωτηθέντων (32,6%) απαντά ότι θα βαρύνουν στην ψήφο του τα ευρωπαϊκά θέματα και η καλύτερη εκπροσώπηση της χώρας. Οι περισσότεροι (62,9%) δηλώνουν ότι την εκλογική τους συμπεριφορά θα επηρεάσουν τα εσωτερικά θέματα και η πορεία της χώρας.
Περισσότερο «ευρωπαϊστές» εμφανίζονται να είναι συγκριτικά με τους υπολοίπους οι ψηφοφόροι της Ν.Δ., που σε ποσοστό 44,9% απαντούν ότι θα ψηφίσουν με κριτήριο τα ευρωπαϊκά θέματα, αν και η δική τους πλειοψηφία (52,9%) δεν θα είναι αδιάφορη από τις εσωτερικές εξελίξεις. Συναφές με αυτά είναι και το στοιχεία της μέτρησης σύμφωνα με το οποίο η κοινή γνώμη σε ποσοστό 35,6% υποδεικνύει την κυβερνητική παράταξη ως το κόμμα που μπορεί να ενισχύσει τα συμφέροντα της Ελλάδας στην Ευρώπη. Τα ποσοστά των άλλων κομμάτων είναι πενιχρά, αφού το 10,6% θεωρεί ότι ο ρόλος αυτός ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ, μόλις το 7% θεωρεί ότι αυτό μπορεί να το κάνει το ΠΑΣΟΚ και το 6,7% εναποθέτει τις ελπίδες του στην Ελληνική Λύση.
Εμπιστοσύνη αλλά και δυσφορία για την ακρίβεια
Προωθητικά για τη διαφαινόμενη εκλογική επιτυχία του κυβερνώντος κόμματος λειτουργεί και το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πολιτικός αρχηγός που εμπιστεύονται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον οι πολίτες. Ο πρωθυπουργός είναι ο πιο δημοφιλής, καθώς συγκεντρώνει τις περισσότερες θετικές γνώμες στο σύνολο της κοινής γνώμης με ποσοστό 42,7%. Ακολουθούν, κατά σειρά, ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ο Νίκος Ανδρουλάκης, η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ο Ανδρέας Λοβέρδος, ο Κυριάκος Βελόπουλος, ο Στέφανος Κασσελάκης, ο Αλέξης Χαρίτσης, ο Πέτρος Κόκκαλης, ο Δημήτρης Νατσιός και ο Βασίλης Στίγκας.
Την ίδια ώρα, με ποσοστό 37,5% ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναδεικνύεται ως ο πολιτικός αρχηγός που εμπιστεύονται περισσότερο οι συμμετέχοντες στην έρευνα της Marc. Μακράν δεύτερος είναι ο Στέφανος Κασσελάκης που κερδίζει την εμπιστοσύνη του 8,6% των πολιτών, τρίτος κατατάσσεται ο Κυριάκος Βελόπουλος που αφήνει τέταρτο τον Δημήτρη Κουτσούμπα και μόλις πέμπτο τον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος αποσπά την εμπιστοσύνη του 6% των ερωτηθέντων.
Ο πρωθυπουργός κερδίζει κατά κράτος στους οπαδούς της Ν.Δ., στους δεξιούς και κεντροδεξιούς ψηφοφόρους και υπερέχει καταφανώς σε όσους αυτοτοποθετούνται ως κεντρώοι. Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι ενώ οι ψηφοφόροι της Ν.Δ. εμπιστεύονται τον αρχηγό τους σε ποσοστό 93,7%, εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Στέφανου Κασσελάκη εκφράζει μόνον το 58,1% όσων ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ και στον Νίκο Ανδρουλάκη δηλώνει ότι έχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη το 53,2% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ.
Η γενική εικόνα, πάντως, για την κυβέρνηση δεν είναι ρόδινη, αφού μειώθηκε κατά τέσσερις μονάδες μέσα σε λιγότερο από δύο μήνες το ποσοστό των πολιτών που δίνουν θετικό βαθμό στα κυβερνητικά πεπραγμένα (από 42,4% υποχώρησε σε 38,6%), ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκε (από 55,9% σε 60,5%) το ποσοστό εκείνων που αξιολογούν αρνητικά το έργο της κυβέρνησης. Εννοείται ότι πιο θετικοί είναι οι οπαδοί της Ν.Δ. σε ποσοστό 72,5% και πιο αρνητικοί είναι όσοι ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ που σε ποσοστό 92,6% δίνουν κακό βαθμό στην κυβέρνηση.
Η ακρίβεια που προκαλείται από τις συνεχείς ανατιμήσεις σε προϊόντα βασικής λαϊκής κατανάλωσης είναι για τα 3/4 των πολιτών (75% επί του συνόλου) το πρόβλημα στο οποίο απαιτείται να δώσει τη μεγαλύτερη προσοχή η κυβέρνηση, σύμφωνα με τις απαντήσεις που έδωσαν οι συμμετέχοντες στην έρευνα. Αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι περισσότεροι από 7 στους 10 πολίτες (71,7% επί του συνόλου) θεωρούν αναποτελεσματικές τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Με εξαίρεση, μάλιστα, τους ψηφοφόρους της Ν.Δ. που σχεδόν οριακά -53,8% έναντι 45,2%- βρίσκουν ότι αρχίζουν να έχουν κάποιο αποτέλεσμα τα μέτρα της κυβέρνησης, όλοι οι υπόλοιποι πιστεύουν ότι οι παρεμβάσεις δεν είναι αποτελεσματικές. Σε σχέση με τις νεότερες γενιές, πάντως, που αμφισβητούν συντριπτικά την αποτελεσματικότητα των μέτρων, οι μεγαλύτερης ηλικίας εμφανίζονται να είναι περισσότερο εύπιστοι ότι θα συγκρατηθούν οι τιμές.
Εκτός από την ακρίβεια, ψηλά στις προτεραιότητες των ερωτηθέντων, οι οποίοι κλήθηκαν να δώσουν μέχρι τέσσερις απαντήσεις, βρέθηκαν ακόμη τα ζητήματα της υγείας και της περίθαλψης (67,1%), της Παιδείας (48,5%) και της εγκληματικότητας με τα φαινόμενα βίας και την παραβατικότητα (41,6%). Χαμηλότερα αξιολογήθηκαν η πορεία της οικονομίας, οι επενδύσεις και η ανάπτυξη (28,8%), η απονομή της Δικαιοσύνης (23,2%), η εθνική άμυνα (20,9%), η στήριξη της οικογένειας και η αντιμετώπιση του δημογραφικού (18,3%), το Μεταναστευτικό (17,8%), η αγροτική πολιτική (15,6%) και, τέλος, η κλιματική αλλαγή (7%).
Γυναίκες στα χακί
Ενδιαφέρον, εξάλλου, παρουσιάζουν δύο άλλα στοιχεία της έρευνας που αφορούν την προαίρεση της κοινής γνώμης σε ισάριθμα ζητήματα που βρέθηκαν στον αφρό της τρέχουσας επικαιρότητας. Ειδικότερα:
– Στο ερώτημα για την απόφαση ορισμένων ιεραρχών να μην επιτρέψουν την προσέλευση στις εκκλησίες των πολιτικών που ψήφισαν υπέρ του γάμου των ομόφυλων, η πλειοψηφία θεωρεί σε ποσοστό 38,3% τη στάση τους απαράδεκτη, ενώ άλλοι σε ποσοστό 28,2% τη βρίσκουν υπερβολική. Αντιθέτως, το 29,2% τη χαρακτηρίζει σωστή. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι το υψηλότερο ποσοστό συμφωνίας με τους ιεράρχες έχουν οι ψηφοφόροι της Ελληνικής Λύσης (72,5%).
– Υψηλή συναίνεση, στον αντίποδα, συναντά η σκέψη που διατυπώθηκε από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας για την εθελοντική στράτευση των γυναικών μέσω της ενεργοποίησης νόμου που ισχύει από το 1977 και αφορά δόκιμες αξιωματικούς με συγκεκριμένες ειδικότητες. Επτά στους δέκα συμμετέχοντες στην έρευνα (70,7%) απάντησαν ότι είναι μια πρωτοβουλία που κινείται στη σωστή κατεύθυνση, έναντι του 22,1% που διατύπωσε την αντίθετη άποψη. Περισσότερο ένθερμοι υποστηρικτές του μέτρου είναι οι άνδρες, σε ποσοστό 75,8%, ενώ από τις ίδιες τις γυναίκες θετικά εκφράζεται το 65,6% και αρνητικά τοποθετείται μία στις τέσσερις (24,6%).
Δείτε ολόκληρο το γκάλοπ εδώ