Στο 11,5% το προβάδισμα της ΝΔ και στο 6,6% η διαφορά μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ, σύμφωνα με γκάλοπ της Alco για το Open – Γιατί ζητά εκλογές ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ
Μετά τις μετρήσεις της Καπα Research, της Prorata, της MRB και της Marc, που δημοσιοποιήθηκαν τις προηγούμενες ημέρες, ήρθε τη Δευτέρα η έρευνα της ALCO για λογαριασμό του τηλεοπτικού σταθμού Open να καταγράψει τη σημαντική άνοδο των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ και την ταυτόχρονη υποχώρηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης που είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί στις 6,6 εκατοστιαίες μονάδες η απόσταση μεταξύ των δύο κομμάτων και να διευρυνθεί στις 11,5 μονάδες η διαφορά ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Δημοκρατία που συγκεντρώνει 32,6% (από 33,3%).
Η δύναμη του Κινήματος Αλλαγής μετρήθηκε στο 12% στην πρόθεση ψήφου και με αναγωγή επί των εγκύρων φθάνει στο 13,6%. Αντιστοίχως ο ΣΥΡΙΖΑ μετρήθηκε στο 18,6% στην πρόθεση ψήφου και με αναγωγή επί των εγκύρων φτάνει στο 21,1%. Ενδιαφέρον παρουσιάζει εξάλλου ότι το 56% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι περιμένουν αύξηση των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ, ενώ το 32% αναφέρει ότι μετά από την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη βλέπει «περισσότερο θετικά» το τρίτο κόμμα της Βουλής.
Στη δημοσκόπηση της Alco καταγράφηκε επίσης ελαφρά άνοδος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην καταλληλόλητα για τη θέση του πρωθυπουργού, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας έχει απώλεια δύο μονάδων. Κι όλα αυτά ενώ στα ευρήματα της έρευνας περιλαμβάνεται δυσαρέσκεια για τους κυβερνητικούς χειρισμούς σχετικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας, που θεωρείται πλέον το σημαντικότερο πρόβλημα, ψηλότερα και από την ακρίβεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 63% των ερωτηθέντων απαντά «όχι» για το κατά πόσον είναι ικανοποιημένοι από τη διαχείριση της πανδημίας.
Πως δικαιολογεί το αίτημα για εκλογές ο Τσίπρας
Στο μεταξύ, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σε δηλώσεις του υποστήριξε ότι «η χώρα βρίσκεται εγκλωβισμένη σε διπλό κλοιό πανδημίας και ακρίβειας», επαναλαμβάνοντας αυτό που είπε και στη συζήτηση του προϋπολογισμού ότι «η μόνη ενδεδειγμένη δημοκρατική λύση» είναι οι εκλογές.
Εξηγώντας τον λόγο για τον οποίο το κάνει τώρα ενώ το προηγούμενο διάστημα ήταν διστακτικός, ο κ. Τσίπρας συμπλήρωσε: «Γιατί πρωτεύον σήμερα είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της κοινωνικής συνοχής. Υπήρχαν και υπάρχουν δυνατότητες για να προστατευθεί η ανθρώπινη ζωή και η κοινωνική συνοχή. Η παραμονή της κυβέρνησης εγκυμονεί κινδύνους».
«Προσπαθεί να σιγουρέψει τη δεύτερη θέση», λέει η κυβέρνηση
Ο αντίλογος από κυβερνητικής πλευράς είναι ότι «πρόκειται για φθηνό πυροτέχνημα» και «ο κ. Τσίπρας ζητά εκλογές γιατί προσπαθεί να σιγουρέψει τη θέση του στην αξιωματική αντιπολίτευση, κάτι που αμφισβητείται πλέον ως αποτέλεσμα της ανεπάρκειας, του ύφους και του είδους της αντιπολίτευσης που ασκεί».
Όπως σημειώνουν κυβερνητικές πηγές, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε στη Βουλή ξεκάθαρη απάντηση, αποσαφηνίζοντας πως οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, ανεξαρτήτως από το εάν τις ζητά ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Πέρα όμως από την απάντηση στη Βουλή, αναδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας μία πολύ μεγάλη ποιοτική διαφορά ανάμεσα στον νυν και τον πρώην πρωθυπουργό, συμπληρώνουν. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τονίζουν, είχε -και εξακολουθεί να έχει- πολλές ευκαιρίες να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές, όμως δεν σκέφτεται με όρους μικροκομματικού συμφέροντος ή εκλογικού οφέλους.
Αποτελεί, λένε, επιλογή του να τηρεί πάγια μία στάση υπευθυνότητας και σοβαρότητας, μια στάση που ανταποκρίνεται στις ανησυχίες και την απαίτηση και της κοινωνίας για σταθερότητα και για ώριμη αντιμετώπιση των κρίσεων που αντιμετωπίζουμε ως χώρα. Το ζητούμενο είναι έργα κι όχι λόγια, προς όφελος όλων των πολιτών.
Καταλογίζουν, δε, στον κ. Τσίπρα «καιροσκοπισμό», καθώς, όπως αναφέρουν, «μέχρι πρότινος υποστήριζε ότι δεν ζητά εκλογές λόγω της πανδημίας, όμως ξαφνικά, ενώ η παραλλαγή Όμικρον καλπάζει σε όλη την Ευρώπη και αναπόφευκτα θα κυκλοφορήσει μαζικά και στην Ελλάδα, ο έκρινε ότι είναι ώρα για προεκλογική περίοδο και κάλπες».
Όπως και σε τόσα άλλα ζητήματα, προσθέτουν, λέει το ένα και μετά το αντίθετο, με τάχα επιχείρημα ότι η κυβέρνηση «καταστρέφει» τα πάντα και ο ίδιος είναι ο άνθρωπος που θα διορθώσει τα πάντα. «Όλα αυτά τον εκθέτουν ακόμη περισσότερο καθώς αναδεικνύουν την αναξιοπιστία του αλλά και την αδυναμία του να αντλήσει διδάγματα από τα μηνύματα των πολιτών και τη δική του πολιτική σταδιοδρομία», καταλήγουν.