Στοιχεία – φωτιά για τον ρόλο που είχε ο τέως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος σχετικά με την υπόθεση της Novartis και την σκευωρία που επιχειρήθηκε να στηθεί για αντίπαλα πολιτικά πρόσωπα – όπως έχει καταγγελθεί – έδωσε η τέως επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Ράικου.
Η κατάθεση της κ. Ράικου για την υπόθεση Novartis φαίνεται να φέρνει τα πάνω – κάτω στην υπόθεση καθώς τα στοιχεία που παρουσίασε «δένουν» με εκείνα του τέως εποπτεύοντα την εισαγγελία Διαφθοράς αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Αγγελή.
Την ίδια στιγμή καταγράφει το ρόλο της δημοσιογράφου Γιάννας Παπαδάκου στην προσπάθεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, μέσω του περιβόητου Ρασπούτιν να «δέσουν» κατηγορία σε βάρος του τέως πρόεδρου του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελου Βενιζέλου και του τέως υπηρεσιακού Πρωθυπουργού και σημερινού αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Παναγιώτη Πικραμμένου για τη σκευωρία Novartis, όπως επίσης καταγράφει την εξωθεσμική «στήριξη» που έδειξαν και άλλοι δημοσιογράφοι, αλλά και συγκεκριμένος εκδότης.
Η Ελένη Ράικου περιγράφει στην κατάθεσή της τηλεφωνικό διάλογο που είχε με τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, αφού είχε προηγηθεί στο γραφείο της εισαγγελικής λειτουργού επίσκεψη της δημοσιογράφου Γιάννας Παπαδάκου.
Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος ζήτησε φορτικά από την Ελένη Ράικου να στείλει τη δικογραφία με πολιτικά πρόσωπα στη Βουλή και εκείνη του απάντησε ότι δεν έχει επαρκή στοιχεία.
«Στείλ’ τα εσύ και θα αναλάβουν άλλοι μετά» της απάντησε ο τέως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, με την κυρία Ελένη Ράικου να επιμένει ότι δεν πρόκειται να το πράξει, καθώς είναι «άλλης Σχολής και δεν τα κάνει αυτά».
Τότε, ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος της απάντησε απειλητικά: «Μείνε με τη Σχολή και θα δεις» και της έκλεισε το τηλέφωνο.
Αναλυτικά, η Ελένη Ράικου για το συγκεκριμένο περιστατικό αναφέρει, σύμφωνα με πληροφορίες του Πρώτου Θέματος, τα εξής:
«Τον Φεβρουάριο του 2017 και ενώ ερευνούσαμε μεταξύ άλλων και την Novartis με επισκέφθηκε η δημοσιογράφος Γιάννα Παπαδάκου την οποία εγνώριζα και η οποία επαίρονταν ότι έχει πολλά χρόνια σχέση με τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και ήθελε να πληροφορηθεί για την έρευνα αυτή.
Με ρώτησε αν υπάρχουν στοιχεία για πολιτικά πρόσωπα και μου έκανε εντύπωση γιατί δεν με είχε ρωτήσει κανείς άλλος δημοσιογράφος.
Στην αρνητική μου απάντηση εκείνη μου αντέτεινε με επιθετικό ύφος ότι υπάρχει εμπλοκή πολιτικών προσώπων και απόρησε που το αγνοούσα.
Λίγες ημέρες αργότερα, περί τα τέλη Φεβρουαρίου 2017, δέχθηκα τηλεφώνημα στο τηλέφωνο της υπηρεσίας από τον προαναφερόμενο αναπληρωτή υπουργό ο οποίος με ρώτησε το ίδιο ακριβώς πράγμα (με την κυρία Παπαδάκου), δηλαδή τι γίνεται με την υπόθεση αυτή και αν υπάρχει εμπλοκή πολιτικών προσώπων.
Του απάντησα ότι η έρευνα είναι στην αρχή και δεν υπήρχε κανένα στοιχείο.
Αρχές Μαρτίου 2017 και πάλι με επισκέφθηκε η Παπαδάκου και αυτή τη φορά (πάλι) την ενδιέφερε τι έχω κάνει με τα πολιτικά πρόσωπα.
Και όταν της είπα ότι δεν καταλαβαίνω γιατί επιμένει αφού στο είπα πριν λίγο καιρό ότι δεν υπάρχει εμπλοκή για πολιτικά πρόσωπα, γιατί έχει κολλήσει σε αυτό, αυτή εκνευρίστηκε και μου είπε: «Τα στοιχεία για τον Βενιζέλο και τον Πικραμμένο τι τα έχεις κάνει; Δεν σου είναι αρκετά;».
Έκπληκτη της ζήτησα εξηγήσεις τι εννοούσε και εκείνη άρχισε να μου λέει ότι «ο Ευάγγελος Βενιζέλος είχε εξωχώρια εταιρεία με τον επιχειρηματία Παναγιωτάκη η οποία έπαιρνε χρήματα από τη Novartis για τον ίδιο αλλά και για να μοιράζει και σε άλλους πολιτικούς και ότι για τον Παναγιώτη Πικραμμένο υπήρχε βίντεο που τον έδειχνε να τα παίρνει πεντακάθαρα».
Της είπα ότι πρώτη φορά ακούω τέτοια πράγματα. Την προέτρεψα αν πράγματι η ίδια ή οποιοσδήποτε άλλος είχε τέτοια στοιχεία να τα προσκομίσουν ή να μας υποδείξουν ποιος τά έχει.
Εκείνη μου είπε «φεύγω πάω να βρω τα στοιχεία και θα επανέλθω». Της απάντησα «σήμερα σε περιμένω».
Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας την πήρα τηλέφωνο αλλά μου είπε ότι ακόμα δεν τα έχει βρει αλλά μέχρι αύριο θα τα έχει βρει σίγουρα.
Τελικά η ίδια δεν εμφανίστηκε ποτέ ίσως φοβούμενη μήπως της πάρω κατάθεση. Επιπλέον δεν προσκομίστηκε ποτέ και τίποτα από κανέναν.
Λίγες μέρες αργότερα μου τηλεφωνεί και πάλι στο τηλέφωνο του γραφείου ο προαναφερόμενος αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, την φωνή του οποίου αναγνώρισα, λέγοντάς μου με επιτακτικό ύψος «ακόμα δεν έστειλες τη δικογραφία της Novartis στην Βουλή» και του απάντησα: «Υπουργέ εγώ χωρίς στοιχεία δεν διώκω κανέναν».
Αυτός τότε μου είπε με θυμό:
«Έχεις και παραέχεις. Στείλε την και για τα παρακάτω θα φροντίσουν άλλοι».
Όταν δε του είπα «δεν είμαι αυτής της Σχολής» μου απάντησε «κάτσε τότε και θα δεις αν θα σου βγει σε καλό η Σχολή σου».
Παράλληλα, στην κατάθεσή της η Ελένη Ράικου, μεταξύ των άλλων, αναφέρει: «Κατάλαβα ότι πίσω από όλα αυτά είναι ο γνωστός για τις Ρασπουτινικές μεθόδους του, ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης κ. Παπαγγελόπουλος».
– «Είναι γνωστή η σχέση του (σ.σ. Δημήτρη Παπαγγελόπουλου) με την Ελένη Τουλουπάκη και ο τρόπος που λειτουργούσαν μεταξύ τους. Είναι όπως την περιέγραψε ο αντεισαγγελέας κ. Ιωάννης Αγγελής».
– «Ο ίδιος ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, όταν επαιρόταν για τον τρόπο που μεθοδεύει καταστάσεις, ώστε να παγιδεύει όσους του στέκονταν εμπόδιο, αυτοαποκαλούταν “Ρασπούτιν”. Έλεγε: “Όσοι με ξέρουν καλά έτσι με αποκαλούν”. Γι’ αυτό και τον αποκαλούσαν έτσι, εκτός από εμένα, η κυρία Κωνσταντοπούλου, πρωθυπουργοί κ.ά.».
Σε άλλο σημείο η Ελένη Ράικου αναφέρει ότι παραιτήθηκε από την θέση της καθώς το σύστημα Ρασπούτιν εξαπέλυσε κυνηγητό εναντίον της με πειθαρχικές διώξεις. Αναφέρει χαρακτηριστικά «με μάρτυρες κατηγορίας άλλοτε την αντεισαγγελέα Τουλουπάκη η οποία είχε αναλάβει να εκτελέσει συμβόλαιο ηθικής μου εξόντωσης και άλλοτε την πρόεδρο πρωτοδικών Ζαμανίκα».
Ακόμη την συμπληρωματική κατάθεσή της (την ίδια μέρα) η Ελένη Ράικου αναφέρει ότι στόχος του μηχανισμού Ρασπούτιν ήταν να απομακρυνθεί από την υπόθεση και να αναλάβει η κυρία Τουλουπάκη ως πιο «αποτελεσματική».
Συγκεκριμένα αναφέρει: «Κατάλαβα ότι πίσω από όλα αυτά ήταν ο γνωστός για τις Ρασπουτινικές μεθοδεύσεις αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος. Είναι γνωστή η σχέση κι ο τρόπος που γνωρίζονταν μεταξύ τους όπως περιγράφεται άλλωστε και στην αναφορά του εισαγγελέα Αγγελή.
Εξάλλου ο ίδιος ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος επαιρόμενος για το πόσο καλά σχεδίαζε τις μεθοδεύσεις κατά τρόπο που παγιδεύουν όποιον στέκετε εμπόδιο στην θέλησή του, αυτάρεσκα αυτοαποκαλούταν ως Ρασπούτιν λέγοντας χαρακτηριστικά «όσοι με ξέρουν καλά έτσι με λένε». Γι αυτό τον αποκαλούσα έτσι και εγώ όπως και οι Κωνσταντοπούλου, πρωθυπουργοί κ.ά. ¨Όλοι οι συνάδελφοι δικαστές ξέρουν ότι Ρασπούτιν είναι ο Παπαγγελόπουλος».
Οι δυο καταθέσεις, αυτές του Γιάννη Στουρνάρα και της Ελένη Ράικου ενσωματώθηκαν στην δικογραφία που ήδη έχει διαβιβαστεί στο κοινοβούλιο και περιλαμβάνει τις καταθέσεις τους αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Αγγελή, του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελου Βενιζέλου και του Ευρωπαίου επιτρόπου Δημήτρη Αβραμόπουλου.
Διάψευση Παπαγγελόπουλου
Πριν ακόμη φθάσει στην Βουλή η κατάθεση της Ελένης Ράικου που έδωσε προχθές στον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Λάμπρο Σοφουλάκη, ο οποίος μαζί με τον συνάδελφό του Ευάγγελο Ζαχαρή διενεργούν ποινική έρευνα για την υπόθεση της επίμαχης Novartis, ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος σε δήλωσή του αναφέρει ότι η κυρία Ράικου «μετά από 1,5 χρόνο εφηύρε τον «Ρασπούτιν» για αντιπερισπασμό» και «αφού πέρασε κι άλλος ένας χρόνος, τόλμησε να αναφέρει το όνομα του».
Μάλιστα, ο τέως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης υπογραμμίζει ότι «ήρθε η ώρα να αναλάβει τις ευθύνες της» η Ελένη Ράικου και όλα «τα υπόλοιπα στη Βουλή και τη Δικαιοσύνη». Το πλήρες κείμενο της δήλωσης του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου έχει ως εξής:
«Υπενθυμίζω ότι στην επιστολή παραίτησης της, η κυρία Ράικου δεν ανέφερε το παραμικρό για εμένα.
Απεναντίας μίλησε για τον εντοπισμό 28 εκατομμυρίων ευρώ βρόμικου χρήματος, ενδεχομένως και σε πολιτικούς.
Μετά από 1,5 χρόνο εφηύρε τον «Ρασπούτιν» για αντιπερισπασμό. Αφού πέρασε κι άλλος ένας χρόνος, τόλμησε να αναφέρει το όνομα μου. Όλα όσα ισχυρίζεται η κα Ράικου για «Ρασπούτιν» είναι ψέματα. Έχω όλα τα στοιχεία για να το αποδείξω. Ήρθε η ώρα να αναλάβει τις ευθύνες της. Τα υπόλοιπα στη Βουλή και τη Δικαιοσύνη».